Ολοκαίνουργιος και φρέσκος!
- Κατηγορία Αρθρογραφία
Ο δημοφιλής ΛΕΠΑ είναι ο «βαρκάρης» στον μουσικό Αχέροντα.
Χρόνια τώρα, περνάει στην άλλη όχθη του ποταμού τα τραγούδια που αρνούνται να «πεθάνουν»!
Σε πολλά από τα τραγούδια αυτά, μάλιστα, έγινε και θετός πατέρας, αφού οι πραγματικοί «γονείς» τους αγνοούνται.
Οι περισσότεροι μουσικόφιλοι θεωρούν ότι τραγούδια όπως η «Ταραχή», «Τα λουλούδια στην κυρία από μένα», «Για θύμισέ μου τ’ όνομά σου» και πολλά άλλα είναι δικά του τραγούδια και λίγοι ξέρουν τους πρώτους ερμηνευτές.
(Για την ιστορία να αναφέρουμε, ότι «τα λουλούδια» του Δημήτρη Καββαδάτου το πρωτακούσαμε από τον Νίκο Πάνο, το «Για θύμισέ μου τ΄όνομά σου» του Γεωργόπουλου το πρωτοτραγούδησε ο Τάκης Κατσάνης και την «Ταραχή» του Κώστα Γιοβάνη την είπε πρώτος ο Γρηγόρης Στανίσης).
Τα τραγούδια αυτά, όμως, έγιναν γνωστά στο ευρύτερο κοινό όταν τα ξεχώρισε ο δαιμόνιος Πόντιος και τα συμπεριέλαβε στο ρεπερτόριό του.
Μαζί με τα… αποπαίδια, ο Πανταζής είχε και τα δικά του «παιδιά», που άρχισε να τα αποκτάει από έναν «Παράνομο δεσμό».
Ήταν αρχές της δεκαετίας του ΄80, όταν στον «Ερμή», στην «Αρμονία» και στα άλλα αναψυκτήρια της Αττικής ο νεαρός τότε Λευτέρης Παγκοζίδης παρουσίαζε τα πρώτα του τραγούδια και ο κόσμος σιγοτραγουδούσε το «Αγαπιόμαστε», τον «Παράνομο δεσμό», το «Μια εμπειρία» και άλλα, που είχε γράψει η Κατερίνα Κόρου και συμπεριλαμβάνονταν στον πρώτο του δίσκο, με τον οποίο άρχισε την πλούσια δισκογραφία του.
Ήταν να μη γίνει η αρχή, γιατί στη συνέχεια ο Πανταζής εκτός από καλή φωνή, απέδειξε ότι είχε και καλό… αυτί, αφού αφουγκραζόταν τους ήχους της εποχής του και προσαρμοζόταν στις μουσικές εξελίξεις, προκαλώντας… καρδιοπάθειες σε κάθε εμφάνισή του.
Το φαινόμενο ΛΕΠΑ, με όλα τα μωρά στην πίστα, είναι ένα κατάλοιπο της εποχής με την επίπλαστη ευμάρεια, που οδήγησε στην οικονομική κρίση, αλλά γι αυτό, σίγουρα, έχει τη λιγότερη ευθύνη ο «εθνικός» διασκεδαστής.
Τα πιο δημοφιλή αθλήματα είναι, ως γνωστόν, το ποδόσφαιρο και το μπάσκετ. Λέμε πως υπάρχει σημαντική διαφορά μεταξύ τους. Ψέματα λέμε. Δεν είναι σημαντική η διαφορά. Είναι ΧΑΩΔΗΣ. Διαφέρουν σε όλα. Στα ΠΑΝΤΑ. Άλλος πλανήτης τα χωρίζει. Άλλος γαλαξίας.
Το είδος τραγουδιού που υπηρετούν είναι …αχαρακτήριστο.
Δημοτικό δεν μπορείς να το πεις, ούτε λαϊκό είναι, αλλά αυτό λίγη σημασία έχει για τους πολυπληθείς θαυμαστές τους.
Στα μέσα της δεκαετίας του ογδόντα, στην πιάτσα των μουσικών, αρχίζει μια «μουρμούρα» για έναν κλαριτζή που δείχνει να βαδίζει σε ανεξέλεγκτους μουσικούς δρόμους.
Οι παλιοί οργανοπαίκτες αποκηρύσσουν μετά βδελυγμίας τον νέο «συνάδελφο», ενώ οι νέοι πολύ θα ήθελαν να του μοιάσουν!
Έχει ξεχωριστό ηχόχρωμα, ρυθμικό παίξιμο και φαίνεται να καλύπτει τις μουσικές προτιμήσεις από τον… παππού μέχρι τον εγγονό.
Και ενώ όλοι μιλούν για αυτόν, ο Γιώργος Δημητρόπουλος, από τα Κέδρα Ευρυτανίας, αλωνίζει την ελληνική επαρχία, παρασύροντας στην επιτυχία του και την παρτενέρ του, Έφη Θώδη.
Οι πρώτες ηχογραφήσεις τους με την εταιρεία « Φοίνιξ» σπάνε κάθε ρεκόρ κυκλοφορίας και τραγούδια όπως τα: «πού να’ ναι τέτοια ώρα η αγάπη μου», «μοιάζω με ένα δέντρο μαραμένο», «γλύκα, γλύκα», παρασύρουν στο ρυθμό τους, παλιούς και νέους γλεντζέδες
Η Θώδη, παρά το γεγονός ότι δεν διαθέτει ξεχωριστή φωνή, αρπάζει την ευκαιρία, σε μια εποχή που το δημοτικό τραγούδι πνέει τα λοίσθια, και ακουμπώντας στο ξεχωριστό παίξιμο του Δημητρόπουλου «κλέβει» τη δόξα από τις παλιές «ιέρειες» του δημοτικού τραγουδιού!
Περίπου είκοσι χρόνια διήρκεσε η συνεργασία της Θώδη με τον Δημητρόπουλο και η επιτυχία φαίνεται ότι βάρυνε περισσότερο τους ώμους της ερμηνεύτριας, που δεν άντεξε τόση δημοσιότητα.
Έγινε βορά στο αδηφάγο τηλεοπτικό κοινό και γελοιοποιήθηκε από ανάλγητους τηλεοπτικούς αστέρες.
Τώρα αγωνίζεται να ξαναβρεί το παλιό καλό εαυτό της, ενώ ο Δημητρόπουλος συνεχίζει τις μουσικές αναζητήσεις του με νέα παρτενέρ, την Αγάθη. Όμως, θα χρειαστεί να περάσει πολύς καιρός για να «ξεθωριάσει» η κοινή πορεία τους, αφού το … άρωμά τους είναι ακόμη έντονο στα πανηγύρια της ελληνικής επαρχίας.
«Τα Τραγούδια Μια Σταλιά» είναι το τραγούδι - καλωσόρισμα που έγραψε ο Μίλτος Πασχαλίδης σε στίχους του Οδυσσέα Ιωάννου, για την αποψινή συναυλία - γιορτή στους «Βράχους».
Πού να το φανταζόταν ο νομπελίστας μας, Οδυσσέας Ελύτης, ότι στοίχοι του από το «Μονόγραμμα» θα χρησιμοποιούνταν, εν αγνοία του, σε ένα τραγούδι που λατρεύτηκε από το κοινό, αλλά αποκηρύχθηκε από τους «κουλτουριάρηδες»!
Το αστείο είναι ότι οι «έντεχνοι» απέρριπταν αυτό το τραγούδι, χαρακτηρίζοντας απλοϊκούς(!) τους στίχους του, αγνοώντας, προφανώς, την προέλευσή τους.
Όλα αυτά ουδόλως απασχόλησαν τον Γιώργο Σαλαμπάση, ο οποίος, ερμηνεύοντας το «Σ’ αγαπάω, μ’ ακούς», είδε τις μετοχές του να εκτοξεύονται στο μουσικό χρηματιστήριο και να γίνεται, «εν μια νυκτί», πρώτο όνομα στα νυχτερινά κέντρα της παραλιακής.
Ο Σαλαμπάσης γεννήθηκε στο Κουβούκλιο Σερρών και με το τραγούδι ασχολήθηκε μετά το 1970.
Για δέκα χρόνια έκανε το… αγροτικό του σε κέντρα της ελληνικής επαρχίας, μέχρι που το 1982 είχε την τύχη να ερμηνεύσει το «Σ΄αγαπάω, μ΄ακούς;», σε μουσική του Νίκου Μπαξεβάνη και στίχους που… εμπνεύστηκε(;) από τον Ελύτη o Θεόδωρος Άγγελος.
Το τραγούδι αυτό, μάλιστα, μπήκε τελευταίο στο δίσκο, μετά από μια τυχαία συνάντηση που είχε ο Σαλαμπάσης με τον στιχουργό του.
Φαίνεται, όμως, πως η… αύρα του Ελύτη, δεν ακολούθησε τους συντελεστές αυτού του τραγουδιού και στις επόμενες συνεργασίες τους και έτσι έμειναν με το «Παράπονο». Οι επόμενοι δίσκοι του Σαλαμπάση ακούστηκαν ελάχιστα και το άστρο του άρχισε να τρεμοσβήνει. Έχοντας ζήσει το παραμύθι της ζωής του, ο σεμνός τραγουδιστής, χορτασμένος από τη δημοσιότητα, επέστρεψε στα… γήινα, δίπλα στις γυναίκες της ζωής του, τη Δέσποινα τη σύζυγό του και τη Χριστιάνα την κορούλα τους.
Τα τελευταία χρόνια έχει περιορίσει τις εμφανίσεις του και εκεί που μπορεί κανείς να τον δει σίγουρα, είναι η εκκλησία του Αγίου Κων/νου, στη Γλυφάδα, όπου ψέλνει τις Κυριακές.
Η «χρυσόσκονη» του Τόλη Βοσκόπουλου κάλυψε και τα όνειρα αρκετών συναδέλφων του, οι οποίοι έκαναν καριέρα ακολουθώντας τα μουσικά βήματά του. Η επιτηδευμένη ομοιότητα στη φωνή και την ερμηνεία τούς χάρισε τα λεπτά της δημοσιότητας που αναζητούσαν και ο κόσμος τους λάτρεψε όχι γι αυτό που ήταν, αλλά γι αυτό που έδειχναν.
Ήταν αρχές του ενενήντα, όταν σε κάποιους ερασιτεχνικούς σταθμούς άρχισε να ακούγεται το τραγούδι «Για τα μάτια του κόσμου», με έναν τραγουδιστή που παρέπεμπε, σε φωνή και ερμηνεία, στον Τόλη Βοσκόπουλο. Ήταν ο Χρήστος Αυγερινός, από το Λιβάδι της Ελασσόνας, σε ένα δικό του τραγούδι που συμπεριλαμβανόταν στον πρώτο δίσκο του με τον τίτλο « Είναι σε δίλημμα».
Έχοντας σπουδάσει μουσική στο Ωδείο της Λάρισας, έγραφε ο ίδιος τα τραγούδια του, αλλά δεν έβρισκε δισκογραφική εταιρεία για να κάνει το όνειρό του πραγματικότητα.
Τελικά, τον Οκτώβριο του 1991, κυκλοφόρησε ο πρώτος του δίσκος από μια «περιφερειακή» εταιρεία και σε λίγους μήνες όλος ο κόσμος τραγουδούσε το «για τα μάτια του κόσμου».
Όταν κατέβηκε στην Αθήνα ο Χρήστος Αυγερινός εμφανίστηκε στο «Αχίλλειο» του Χέλιου, μαζί με την Τζένη Βάνου, και χάλασε κόσμο. Πάνω στην επιτυχία του, αποφασίζει να απεγκλωβιστεί από το είδωλό του, αλλά ο κόσμος ήταν φανερό ότι τον θαύμαζε γι αυτό που έδειχνε και όχι γι αυτό που πραγματικά ήταν. Έτσι, οι επόμενοι δίσκοι του έμειναν στα ράφια των δισκοπωλείων και ο Αυγερινός «κατέφυγε» στην επαρχία αλλά και στο εξωτερικό, όπου υπήρχαν ακόμη θύλακοι θαυμαστών του.
Με ένα τραγούδι, όμως, είναι δύσκολο να χτίσεις καριέρα και έτσι ο Αυγερινός χάθηκε σιγά, σιγά από το προσκήνιο. Τα τελευταία χρόνια ζει μόνιμα στη Θεσσαλονίκη και με κάποιες έκτακτες εμφανίσεις του, προσπαθεί να ξαναδώσει χρώμα στην ξεθωριασμένη εικόνα του.
Ο Β. Τερλέγκας είναι ο «βασιλιάς» της δυτικής όχθης και στα ζεϊμπέκικά του πνίγουν τον πόνο τους οι χορευτές της μιας νύχτας, εκείνοι που δεν πέρασαν ποτέ στην άλλη πλευρά του ποταμού της δυστυχίας!