Dole Left
Dole Right

Διαβάστε:

 

Κώστας Κόλλιας - «Έρωτά μου αγιάτρευτε»

  • 0

Ο  πρόωρος θάνατός του δημιούργησε έναν θρύλο γύρω από το όνομά του.

 Ήταν μόλις 35 χρόνων και είχε προλάβει να κάνει όσα άλλοι ονειρεύονται σε όλη τους τη ζωή!

Όσοι είχαν την τύχη να τον ακούσουν «ζωντανά» σε κάποιο από τα κέντρα όπου εμφανιζόταν, έχουν να λένε για το πάθος στην ερμηνεία του και τη γνήσια λαϊκή φωνή του, που εν μέρει αποτυπώθηκαν στους λίγους δίσκους που πρόλαβε να ηχογραφήσει.

Σε αντίθεση με τις εμφανίσεις του, που καθήλωναν τους πολυπληθείς θαυμαστές του, οι πρώτες δισκογραφικές δουλειές του Κώστα Κόλλια είχαν το χαρακτήρα της αναζήτησης για τον νεαρό τότε ερμηνευτή και χρειάστηκε να επιστρατεύσουν  τον στιχουργικό και συνθετικό οίστρο τους ο Τάκης Σούκας και ο Ηρακλής Παπασιδέρης, για να προκύψει ένα από τα ωραιότερα ερωτικά τραγούδια, το  «Έρωτά μου αγιάτρευτε», που βρήκε στη φωνή του Κώστα Κόλλια τον ιδανικό ερμηνευτή. 

Είναι τέτοια η διαχρονικότητα αυτού του τραγουδιού, που έχει γνωρίσει άπειρες επανεκτελέσεις και πάνω του έχουν κτιστεί αρκετές καριέρες.

 Η δισκογραφική «άνοιξη» του Κώστα Κόλλια διήρκεσε μόλις 4 χρόνια, από 1976 μέχρι το 1980 και σε αυτό το διάστημα  ηχογράφησε 4 μεγάλους δίσκους, με την POLYFHONE  του Πολίτη, σε συνθέσεις του Βασίλη Βασιλειάδη, του Αντώνη Κατινάρη και του Τάκη Σούκα.

Από τον πρώτο του δίσκο, με τίτλο «Αν σε χάσω αν», το 1976, ξεχώρισε το ομώνυμο τραγούδι. Aπό τη δεύτερη δουλειά του, το 1977, με τίτλο «Οι καρδιές που αγαπάνε», ακούστηκε περισσότερο το «Είσαι εγωίστρια πολύ», ενώ  τα «μπουζουκοκελαϊδίσματα» του Κατινάρη, το 1978, πολλοί θα ήθελαν να τα ξεχάσουν.

 Δύο χρόνια αργότερα, το 1980, έρχεται η δισκογραφική καταξίωση του Κόλλια, με το τραγούδι του Σούκα και του Παπασιδέρη, αλλά η μοίρα αποφάσισε να παίξει ένα άσχημο παιχνίδι στον εξαιρετικό  λαϊκό τραγουδιστή!

Την ώρα που όλος ο κόσμος τραγουδούσε το «Έρωτά μου αγιάτρευτε» και ο Κόλλιας βρισκόταν στο απόγειο της δόξας του, ο θάνατος παραμόνευε σε μια στροφή στο δρόμο Λαγονησίου- Καλυβίων.

 Ήταν 4 Ιουνίου 1980 και ο Κώστας γυρνούσε στο σπίτι του, στα Καλύβια, μετά από άλλη μια ξεχωριστή εμφάνισή του.  Λίγο η κούραση, λίγο η απροσεξία, το αυτοκίνητό του ξέφυγε από την πορεία του, κόβοντας, έτσι ξαφνικά και τόσο άδικα, το νήμα της ζωής του νεαρού και πολλά υποσχόμενου λαϊκού τραγουδιστή.

 Οι συγγενείς και οι φίλοι δεν θα τον ξανάβλεπαν, ούτε και οι συνεργάτες του που τον περίμεναν στο στούντιο για να ολοκληρώσει τον καινούργιο του δίσκο, ο οποίος έμεινε ημιτελής και ολοκληρώθηκε με τραγούδια που  ερμήνευσε η… Έλενα Κωστή!

Για όσους εκπλήσσονται από την αταίριαστη αυτή συνύπαρξη, η απάντηση βρίσκεται στη σπουδή δισκογραφικών εταιρειών να εκμεταλλευτούν εμπορικά κάθε γεγονός, ακόμη και τον θάνατο! 

 

Γιώργος  Λ.  Τσάμπρας

Διαβάστε περισσότερα...

Φωτεινή Μαυράκη - «Μουσαφιραίοι είμαστε»

  • 0

Όταν έφυγε από τη ζωή η Μαρία Κιόρ Αλή Ογλού, κανείς δεν φαντάστηκε ότι πίσω από αυτό το όνομα «κρυβόταν» η Φωτεινή Μαυράκη!

 

Όσο ζούσε, ήταν η «βασίλισσα» της Δυτικής όχθης, αλλά όταν «έφυγε», κανείς δεν αντιλήφθηκε την απουσία της.

Οι τελευταίες πληροφορίες για τη Φωτεινή Μαυράκη προέρχονταν από τον τόπο καταγωγής της, τον Ίασμο Κομοτηνής, εκεί όπου επέλεξε να περάσει τις τελευταίες ώρες της ζωής της.

 Και ήταν δύσκολες αυτές οι ώρες, αφού τα προβλήματα υγείας την είχαν καθηλώσει στο νοσοκομείο της Κομοτηνής, με τη συσκευή οξυγόνου δίπλα της να της δίνει τις τελευταίες ανάσες ζωής. 

Ακόμα και αυτές τις ώρες, ελάχιστοι την αναγνώριζαν και ας «ορκιζόταν» ότι ήταν εκείνη, δείχνοντας  κάποιες φθαρμένες κασέτες που είχε πάντα δίπλα  της, μοναδική απόδειξη της σπουδαίας καριέρας της.

Μιας καριέρας που διήρκεσε κοντά σαράντα χρόνια, από τα μέσα της δεκαετίας του εξήντα μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του ενενήντα, όταν αποχώρησε, λόγω προβλημάτων υγείας, από τη μουσική σκηνή.

Όσοι είχαν την τύχη να τη δουν στο πάλκο, μιλούν με θαυμασμό για την πλούσια, γεμάτη λαρυγγισμούς, φωνή της και την ανατολίτικη ομορφιά της, ενώ δεν είναι λίγοι εκείνοι που την αποκαλούσαν «θηλυκό Αγγελόπουλο».

 

 

Η Μαυράκη ήταν το πρώτο γυναικείο όνομα στην POLYFHONE του Πολίτη και από το 1970 μέχρι το 1994 ηχογράφησε πάνω από 15 μεγάλους δίσκους.

 Οι «μουσαφιραίοι», είναι από τον πρώτο της δίσκο, ενώ αξίζει να ακούσετε κι άλλα μεγάλα τραγούδια της, όπως τα: «Πήγα σε μάγισσες», «Απόψε κλαίει ο ουρανός», Κρύβω τον πόνο μου», «Δεν  θέλω να κλαις», «Με τα λόγια σου με δέρνεις», «η Θάλασσα και ο ουρανός» κ. ά., που αναδεικνύουν την τεράστια γκάμα της φωνής της Φωτεινής Μαυράκη.

Αυτές οι επιτυχίες, όμως, δεν στάθηκαν ικανές να εξασφαλίσουν μια άνετη ζωή στη σπουδαία αυτή ερμηνεύτρια, η οποία αναγκάστηκε να ζητήσει βοήθεια από το σωματείο των μουσικών «Ερατώ», για να μπορέσει να αντιμετωπίσει τα οξυμένα οικονομικά προβλήματά της, αφού ούτε τα τρία παιδιά της είχαν τη δυνατότητα να της παράσχουν τη βοήθεια που χρειαζόταν.

Το ελληνικό κράτος ήταν και στην περίπτωση της Μαυράκη φειδωλό, εξασφαλίζοντάς της μια… πλουσιοπάροχη σύνταξη, που άγγιζε το… ιλιγγιώδες ποσό των 400 ευρώ! 

Αυτή η σύνταξη δεν της αρκούσε ούτε για να ζήσει, ούτε και για να… πεθάνει. Η κηδεία της έγινε, σύμφωνα με ρεπορτάζ της εφημερίδας «ΧΡΟΝΟΣ» της Κομοτηνής, με μέριμνα ενός γραφείου τελετών της περιοχής, αφού κανείς δεν αναλάμβανε τα έξοδα της… εξόδιου τελετής!  

 

 

Γιώργος  Λ. Τσάμπρας

Διαβάστε περισσότερα...

«Το καμπριολέ» - Γιάννης Βασιλείου

  • 0

Συνεργάστηκε με τους Ρόλινγκ Στόουνς και τον Φρανκ Σινάτρα, αλλά στην Ελλάδα έπρεπε να κάνει το αυτοκίνητό του … καμπριολέ για να τον μάθουν!

Είχε εξασφαλισμένη καριέρα στην Αμερική, αλλά ο Βασιλείου προτίμησε την «ψωροκώσταινα», γυρνώντας στον τόπο καταγωγής του, φέρνοντας μαζί του και τον μικρό γιο του(τον μετέπειτα τραγουδιστή Γιώργο Αλκαίο) επειδή ένιωθε Έλληνας και ήθελε και το παιδί του να ζει και να σκέφτεται ελληνικά.

Βρέθηκε, όμως, σε μια Ελλάδα που ζούσε με δανεικά και έπρεπε να πληρώσει… τοις μετρητοίς για να κάνει πραγματικότητα τα όνειρά του.

Πλήρωσε με ατελείωτα ξενύχτια και πολλή δουλειά, μέχρι να αποδεχτούν οι ξενύχτηδες το νέο στυλ τραγουδιού που προσπαθούσε να περάσει ο… ροκάς από την Αμερική.

 Οι νέοι τον «πήγαιναν», αλλά τότε τα νυχτερινά κέντρα δεν γέμιζαν από νέους. Τις ζημιές τις έκαναν οι «γαιοκτήμονες» της ελληνικής επαρχίας και οι «λαχαναγορίτες», οι οποίοι ήθελαν κάτι  βαρύ και ασήκωτο για να κάνουν το κομμάτι τους στο «πρόσωπο».

Ο Βασιλείου όταν μπήκε στο κόλπο, άφησε να… κυκλοφορούν από τα ραδιόφωνα διάφορες «Φήμες», και έτσι έγινε γνωστός στο ευρύ κοινό.

Ήταν αρχές του 1990 και η επόμενη δεκαετία έμελλε να είναι η πιο παραγωγική για τον Βασιλείου, με δεκάδες ηχογραφήσεις δίσκων, οι οποίοι έγιναν χρυσοί και πλατινένιοι.

Το «καμπριολέ» ήταν το… έσχατο τραγούδι που έγινε πρώτο(όπως αναφέρουν οι… γραφές παλαιοτέρων συναδέλφων), στο δίσκο με τίτλο «Όλα θα στα μάθω», που κυκλοφόρησε το 1992. 

Ο Βασιλείου επέμενε να μπει και τελικά δικαιώθηκε, αφού στους ρυθμούς του «καμπριολέ» λικνίζονταν οι καλλίγραμμες και μεθούσαν όλες οι… άλλες.

Σε αυτούς τους ρυθμούς ο Βασιλείου κινήθηκε για αρκετά χρόνια και παραμένει ακόμη και σήμερα ενεργός. Οι αντοχές του οφείλονται εν μέρει στην άθλησή του(υπήρξε καθηγητής γυμναστικής), ενώ για την ευπρεπή, παρά τα χρόνια του, εμφάνιση, «ευθύνονται»  οι στιλιστικές προσαρμογές του και οι «παρεμβάσεις» των κομμωτών του.  

 

 Γιώργος  Λ.  Τσάμπρας 

Διαβάστε περισσότερα...

«Αν είσαι η μεγάλη αγάπη» - Σπύρος Ζαχαριάς

  • 0

Ο Μάνθος Ζολώτας δεν είναι ο πρώτος ούτε ο τελευταίος συνθέτης που αναζήτησε την επιτυχία σε … λάθος τραγούδι.

Βρέθηκε κατά τύχη στο δρόμο του και δεν ήταν σαν τις άλλες τις αγάπες. Ήταν η μεγάλη αγάπη του και γι αυτό της άνοιξε και πάλι την καρδιά του!

Όταν στα τέλη της δεκαετίας του ’80 ηχογραφούσε τον πρώτο του δίσκο με την ATHENAEUM, πίστευε ότι μόνη του ελπίδα ήταν η αγάπη και γι αυτό έβαλε το ομώνυμο τραγούδι πρώτο στη σειρά.

 Το μουσικό διαμάντι, όμως, ήταν στη δεύτερη πλευρά και χρειάστηκε να περάσουν αρκετά χρόνια για να το ανακαλύψει ένας «χρυσοθήρας» από τη Νεμέα, ο Σπύρος Ζαχαριάς και να το βγάλει από τη… λάσπη των καψουροτράγουδων, προσφέροντάς το ολοκάθαρο και μεθυστικό στους διψασμένους για κάτι διαφορετικό,  μουσικούς «υπνοβάτες» της νυχτερινής Αθήνας.

 Σε μια εποχή που μετρούσε το… μέγεθος  και όχι η ποιότητα, το τραγούδι του Ζολώτα, με τη φωνή του Ζαχαριά, έμοιαζε σαν ένα μικρό αηδόνι που προσπαθεί να ακουστεί μέσα σε ένα σμήνος από καρακάξες.

Για αρκετά χρόνια υπήρξε το … ποιοτικό άλλοθι στο πρόγραμμα νυχτερινών κέντρων της εθνικής και της παραλιακής, που άρχιζαν με την «αγάπη» για να καταλήξουν στην «καψούρα».

Το υπέροχο αυτό τραγούδι έδωσε περισσότερα λεπτά δημοσιότητας στο Ζαχαριά, απ’ όσα δικαιούτο, και εκείνος τα … χάρισε σε έναν «νοικάρη» του.

 

Γιώργος  Λ. Τσάμπρας

Διαβάστε περισσότερα...

«Φεγγαρολούλουδα» - Σάκης Αρώνης

  • 0

Όταν ο αξέχαστος κωμικός Τάσος Γιαννόπουλος, ως πράκτωρ Κίτσος, καλούσε τη Γαστούνη, ο Σάκης Αρώνης ήταν ένα τρίχρονο αγοράκι, που οι μοίρες δεν είχαν αποφασίσει ακόμη για το μέλλον του.

Το «Έλα Γαστούνη» έγινε σλόγκαν της εποχής εκείνης και στιγμάτισε τους κατοίκους της κωμόπολης της Ηλείας, ανάμεσα στους οποίους είναι και ο συνθέτης και τραγουδιστής Διονύσης (Σάκης) Αρώνης.

Πέντε ώρες δρόμος ήταν η απόσταση, τότε, από το χωριό του στην πρωτεύουσα και ο Σάκης τον έκανε, φορτωμένος με τα όνειρα ενός νέου που θέλει να διεκδικήσει τη δική του θέση στο χώρο του τραγουδιού.

Ο αγώνας του διήρκεσε κάμποσα χρόνια, μέχρι που η έμπνευσή του, του χάρισε ένα μάτσο «φεγγαρολούλουδα».

 Ο Σάκης τα … έμασε και τα έκανε ένα από τα ωραιότερα λαϊκά τραγούδια, που κυκλοφόρησαν στα μέσα της δεκαετίας του 1990 και  κρύβουν ακόμη μέσα τους εικόνες και ήχους από μια εποχή που ο Έλληνας είχε γεμάτη την τσέπη του και άδεια την ψυχή του.

Τότε που η Συγγρού, η παραλιακή και οι εθνικές οδοί ήταν γεμάτες από «πολιτιστικά» κέντρα, στα οποία οι πάσης φύσεως αοιδοί «έθυαν» στο βωμό της άκρατης διασκέδασης, με «θύματα» τους χονδρέμπορους της Αττικοβοιωτίας και τους «τσεπάτους» της πρωτεύουσας.

Eκείνα τα χρόνια ο Αρώνης έστησε μια «Γέφυρα ερωτική» με τους θαυμαστές του, που τον ακολουθούσαν για να ακούσουν και να ξανακούσουν τα «Φεγγαρολούλουδα».

Το τραγούδι αυτό, όμως, μπορεί να άνοιξε τους επαγγελματικούς ορίζοντες του Σάκη, αλλά έγινε και  μέτρο σύγκρισης για τα επόμενα τραγούδια του. Παρότι συνεργάστηκε και με άλλους αξιόλογους συνθέτες και στιχουργούς(όπως ο Στ. Γονίδης), επιτυχία ανάλογη με τα «φεγγαρολούλουδα» δεν είχε, στα χρόνια που ακολούθησαν.

 Άλλωστε, ο πρώτος λαχνός σου πέφτει μόνο μια φορά και ο Αρώνης, με τα κέρδη από αυτό το …λαχείο, «θα τα πίνει στην υγειά του» και θα έχει να πορεύεται στην υπόλοιπη ζωή του.

Γιώργος Λ. Τσάμπρας

Διαβάστε περισσότερα...

«Γέλα, κυρία μου» - Κώστας Καφάσης

  • 0

Η επιτομή της καψούρας. Ένα τραγούδι «απενοχοποιημένο» από στιχουργικά και μουσικά κλισέ. Μια απρόσμενη συνεργασία, με ένα ανέλπιστο αποτέλεσμα!

Πριν συναντήσει τον Κώστα Ψυχογιό, ο Κώστας Καφάσης ήταν ένας ηθοποιός που ονειρευόταν να γίνει τραγουδιστής. Μετά το «Γέλα, κυρία μου», έγινε ένας τραγουδιστής που κάποτε ήταν και ηθοποιός.

Όσοι… γέλασαν με το πρώτο άκουσμα του τραγουδιού, δάγκωσαν τη γλώσσα τους αργότερα, όταν αυτό το «καψουροτράγουδο» ακουγόταν παντού. Ήταν λιτό σε στίχο και εύκολο στη μουσική. Ο Κώστας Ψυχογιός βρήκε στον Κώστα Καφάση έναν παθιασμένο άνθρωπο που αγωνιζόταν να πείσει για τις… ιδιαιτερότητές του. Είχε καθαρή μπάσα φωνή και ερμηνευτικές ικανότητες, λόγω …πρότερου θεατρικού βίου.

Ένα χρόνο μετά την πτώση της χούντας, η εποχή είχε έντονο πολιτικό χαρακτήρα και οι συνθέτες με τους στιχουργούς έβγαζαν από το συρτάρι τους όσα έκρυβαν στο γραφείο τους κατά τη διάρκεια της δικτατορίας.

Ο Καφάσης, με το «Γέλα, κυρία μου», ήρθε σαν εξαίρεση στον κανόνα, για να αποδείξει ότι η καψούρα δεν έχει εποχές. Και ενώ οι «έντεχνοι» έβγαζαν φλύκταινες στο άκουσμα και μόνο αυτού του τραγουδιού, ο κόσμος το αγκάλιασε και άνοιξε για τον Καφάση τις… πύλες των νυχτερινών κέντρων της παραλιακής.
Ο Κώστας Καφάσης έφτασε πιο ψηλά από ό,τι ονειρευόταν, αλλά έπεσε πιο χαμηλά από όσο φοβόταν. Η «βασιλεία» του διήρκεσε μια δεκαετία(1975- 1985), με τραγούδια όπως τα: «Kατάλαβέ με», «Συνείδησή μου», «Ψυχή μου, καρδιά μου», «Και τώρα, τι γίνεται τώρα»κ.ά.

Μετά το ’90 άρχισε η αντίστροφη μέτρηση και ο Καφάσης αναγκάστηκε να κάνει «αρπαχτές» στα κέντρα της επαρχίας, όπου τον περίμενε με «άγριες» διαθέσεις ένα ετερόκλητο κοινό.

Οι παλαιότεροι ήθελαν να ανταμώσουν τον Ιωνάθαν της «Γειτονιάς» του Πρετεντέρη, και οι νεώτεροι έτρεχαν για να γλεντήσουν με τον… αρχικαψούρη και να βιώσουν την αποκαθήλωση ενός ειδώλου, που συμπαρέσυρε στην πτώση του μια ολόκληρη «ιδεολογία».

Μπορεί η ζωή του Καφάση να ήταν σαν μυθιστόρημα, αλλά η ιστορία θα γράψει, ως επίλογο, ότι νικήθηκε από τον καρκίνο και άφησε την τελευταία πνοή του στις 10 Αυγούστου 2010, στο νοσοκομείο «Μεταξά», όπου νοσηλευόταν.

O Γιώργος Τσάμπρας μάς ξαναθυμίζει τραγούδια και ερμηνευτές που είχαν το δικό τους φανατικό κοινό, αλλά δεν κέρδισαν ποτέ την άνοδο στην… εθνική κατηγορία. Κάποια από αυτά τα τραγούδια άφησαν εποχή, όμως ξεχάστηκαν μαζί με τους δημιουργούς τους, αφήνοντας στους παλαιότερους μια πικρή ανάμνηση για τους ήχους και τις εικόνες μιας γενιάς, που χάθηκαν μαζί με τα χρόνια της νιότης τους.

Γιώργος  Λ. Τσάμπρας

 

Διαβάστε περισσότερα...

Δημήτρης Τερζόπουλος - «Ξανθέ μου άγγελε»

  • 0

Ένας ξανθός άγγελος ήρθε ξαφνικά στα όνειρά του και του έδωσε αυτό που επιθυμεί κάθε νέος ερμηνευτής: Ένα τραγούδι που θα τον ακολουθούσε σε όλη του τη ζωή!

Ήταν αρχές της δεκαετίας του ΄80, όταν ο συνθέτης Παναγιώτης Παπαχατζής εμπιστεύεται τραγούδια του σε έναν νέο ερμηνευτή, τον Δημήτρη Τερζόπουλο.

 Ο δίσκος, με τίτλο «Εξομολόγηση» κυκλοφορεί το 1981 από την εταιρεία VASIPAP του Βασίλη Παπαδόπουλου, στη Θεσσαλονίκη και γίνεται ανάρπαστος.

Από τους ερασιτεχνικούς σταθμούς της συμπρωτεύουσας ακούγονται πολύ τα τραγούδια «Λυπάμαι» και «Εξομολόγηση», αλλά εκείνο που χαλάει κόσμο είναι το «Ξανθέ μου άγγελε», που το έχουν γράψει ο Μπάμπης Βασιλάκης και ο Παναγιώτης Σούτας.

 Όσοι έζησαν στη Θεσσαλονίκη εκείνη την εποχή, θα θυμούνται σίγουρα τον Γιώργο τον «Αμπεσέ», ο οποίος έλιωνε στο πικάπ του ερασιτεχνικού σταθμού του τους δίσκους με τα τραγούδια του Δημήτρη Τερζόπουλου.

Παράταση στην επιτυχία του τραγουδιού έδωσε λίγα χρόνια αργότερα η Έφη Θώδη, η οποία το συμπεριέλαβε στο ρεπερτόριό της και

το έκανε γνωστό στην υπόλοιπη Ελλάδα, σε σημείο τέτοιο που οι περισσότεροι να το θεωρούν δικό της τραγούδι.

Από τη στιγμή που το τραγούδι αυτό άλλαξε… χέρια, ο Τερζόπουλος αγωνιζόταν μάταια να πείσει τους δύσπιστους, ότι αυτός ήταν ο πρώτος… διδάξας.

 Έτσι, τα «ίχνη» του  άρχισαν να χάνονται, μετά τον τρίτο προσωπικό δίσκο του, με τίτλο «Φτάνει που αγαπιόμαστε», που κυκλοφόρησε το 1982.

  Δέκα χρόνια αργότερα, επανεμφανίζεται με έναν δίσκο, με  τίτλο  «Μια ζωή χαμένη», αλλά τα χαμένα χρόνια και τα τραγούδια δεν μπόρεσαν να τον «αναστήσουν».

Ακόμη και ο παραγωγός του, Βασίλης  Παπαδόπουλος, στον οποίο απευθυνθήκαμε, δεν ξέρει πού βρίσκεται και μόνο κάποιες «σκόρπιες» πληροφορίες τον θέλουν να… αναζητεί  ακόμη τον «ξανθό του άγγελο» σε μουσικές γωνιές της Θεσσαλονίκης.

Γιώργος  Λ. Τσάμπρας                                                                                        

Διαβάστε περισσότερα...
  1. ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ
  2. TAGS